Ο Καϊάφας γεννήθηκε το 1949 στη Μια Μηλιά και το πρώτο του γήπεδο ήταν η αυλή της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη στο χωριό του. Τα πρώτα ποδοσφαιρικά του βήματα τα έκανε στην ομάδα του χωριού του, την Πρόοδο. Ο πατέρας δεν ήθελε ο γιος του να γίνει ποδοσφαιριστής αλλά να σπουδάσει και έτσι το ξεκίνημα στο άθλημα δεν ήταν εύκολο με το σχολείο να παραμένει προτεραιότητα.[3] Το 1965 εντάχθηκε στην Ομόνοια Λευκωσίας και το 1967 έκανε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα, όπου για 17 χρόνια, μέχρι το 1984.[4]

Έχοντας χάσει πολλές προπονήσεις τον κάλεσαν να παίξει σε ένα φιλικό αγώνα με τη Νέα Σαλαμίνα στο Βαρώσι. Στο δεύτερο ημίχρονο ο προπονητής Βάργκας τον έβαλε στο παιχνίδι στη θέση του κεντρικού αμυντικού, όπου και παρέμεινε για ένα χρόνο. Τότε (1968) τον κάλεσαν να παίξει και ως αμυντικός στην Εθνική Κύπρου. Η αλλαγή προπονητή τον επανέφερε στην αρχική του θέση, όπου ήδη είχε δείξει δείγματα της ικανότητάς στο σκοράρισμα. Τη χρονιά εκείνη τα επιθετικά προβλήματα της Ομόνοιας ανάγκασαν τον προπονητή να τον μεταφέρει ως κεντρικό επιθετικό τέσσερις αγωνιστικές πριν τη λήξη του πρωταθλήματος. Το 1971-72 ήταν η πρώτη χρονιά που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ με 12 γκολ, ενώ η ομάδα κατέκτησε το πρωτάθλημα μετά από έξι χρόνια. Την ίδια χρονιά η Ομόνοια κατέκτησε και το Κύπελλο: ήταν η απαρχή για τις δύο χρυσές δεκαετίες του συλλόγου.[1][5]

Την ποδοσφαιρική χρονιά 1975-76 κέρδισε το Χρυσό Παπούτσι ως πρώτος σκόρερ των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων με 39 γκολ. [6][7] Η επίδοσή του το 1976 με 39 γκολ τον έφερε στην πρώτη θέση παγκόσμια.[8] Υπήρξε πρώτος σκόρερ του Παγκυπρίου πρωταθλήματος οκτώ φορές (ρεκόρ), με το επίσης ακατάρριπτο ρεκόρ των 44 γκολ το 1976-77.

Η ομάδα εκείνη τη χρονιά ήταν και πάλι πρωταθλήτρια και σημείωσε 88 γκολ.[9][10] Σημείωσε τα περισσότερα γκολ στην ιστορία της Ομόνοιας και του κυπριακού ποδοσφαίρου (σε 489 με Ομόνοια και Εθνική πέτυχε 324 γκολ), αναδείχθηκε δυο χρονιές, το 1976 και το 1978, «Αθλητής της Χρονιάς» από την EAK και περισσότερες σαν «ποδοσφαιριστής της χρονιάς». Με την ομάδα του στην περίοδο 1967-84 είχε κατακτήσει 11 πρωταθλήματα, 6 κύπελλα, 5 νταμπλ και 5 ασπίδες.[3] Δεν έχασε σε κανένα τελικό Κυπέλλου και στους τρεις από αυτούς σκόραρε.

Δείτε Επίσης  Χωρίς εκπρόσωπο η Κύπρος στις Ευρωπαϊκές Διοργανώσεις

Στις 7 Νοεμβρίου 1979, ήταν η βραδιά παρέμενε αλησμόνητα στην καριέρα του: η Ομόνοια, είχε καταφέρει να συντρίψει τον Άγιαξ (σε περίοδο παρακμής τότε) με 4-0 για το δεύτερο γύρο Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης εκείνης της χρονιάς, και ο ίδιος σημείωσε δύο γκολ.[3] Η νίκη αυτή ήταν γοήτρου καθώς είχε χάσει με 10-0 στον πρώτο αγώνα. Στην περίοδο της ακμής του ο Καϊάφας είχε πολλαπλές προτάσεις από το εξωτερικό για αγωνιστεί αλλά παρέμενε στην Ομόνοια.[7] Μάλιστα, το 1983 λίγο πριν το τέλος της καριέρας του, αγωνίστηκε σε λίγα φιλικά παιχνίδια με την Αλ Νασρ του Ντουμπάι, αλλά ο ένας μήνας παραμονής ήταν αρκετός για να επιστρέψει στην Κύπρο, με τις καιρικές συνθήκες να δυσχεραίνουν την παραμονή του.[11]

Στην Εθνική Ομάδα έπαιξε 17 αγώνες σημειώνοντας 2 γκολ.[4][12] Κύρια χαρακτηριστικά του παιχνιδιού του Καϊάφα ήταν οι σωστές κινήσεις, η κυριαρχία του στον αέρα με τη σωστή τοποθέτηση και το εκτόπισμα του λόγω όγκου, η γρήγορη αλλαγή της μπάλας από το ένα στο άλλο πόδι, το καλό σουτ και με τα δυο πόδια και τέλος ο τρόπος που χρησιμοποιούσε το κεφάλι του. Στις 25 Αυγούστου 1984 συμμετείχε στον τελευταίο αγώνα της καριέρας του που διοργανώθηκε προς τιμή του μεταξύ Ομόνοιας και ΑΠΟΕΛ στο Μακάρειο Στάδιο.[13]

Σαν επιστέγασμα και επιβράβευση της ποδοσφαιρικής αξίας του Καϊάφα είναι ότι έχει επιλεγεί από την Ένωση Αθλητικογράφων Κύπρου σαν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής του αιώνα στην Κύπρο.[9]

Το 2003 επελέγη από την Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου ως ο “χρυσός παίκτης” της χώρας για τον εορτασμό των 50 χρόνων της ΟΥΕΦΑ.